- παροιμιογράφος
- ό, ΝΑ1. αυτός που γράφει ή συλλέγει παροιμίες, ο συλλέκτης και ερμηνευτής παροιμιών2. στον πληθ. οι παροιμιογράφοισυλλογείς, σχολιαστές και ερμηνευτές αρχαίων παροιμιών που υπήρχαν μέσα σε κείμενα παλαιότερων εποχών και κυρίως τής κλασικής αρχαιότητας, πρώτος από τους οποίους ήταν ο Αριστοτέλης.[ΕΤΥΜΟΛ. < παροιμία + -γράφος*].
Dictionary of Greek. 2013.